Άνθρωποι από πηλό

Μνημεία της καθημερινότητας σε κεντρικούς δρόμους της Ευρώπης

image

Η τοποθέτηση γλυπτών σε κεντρικά σημεία ευρωπαϊκών πόλεων που απεικονίζουν καθημερινούς ανθρώπους σε μη ένδοξες στιγμές δεν είναι καινούργια ιδέα, έκανε την εμφάνιση της δειλά κάποιες δεκαετίες πριν, με τους καλλιτέχνες να δηλώνουν σε συνεντεύξεις πως η ικανότητα των έργων αυτών να αποσπούν έστω και για λίγο το βλέμμα των περαστικών προβάλλοντας το τετριμμένο είναι μια νίκη, καθώς «φωτίζουν» λεπτομέρειες από συμπεριφορές και ήθη και ταυτόχρονα ευαισθητοποιούν καθώς αναγάγουν μια απλή ανθρώπινη δραστηριότητα σε αξιοπρόσεκτη και μνημειώδη. H αποδόμηση της στατικότητας και η αποθέωση της πεζότητας, ισχυρίζονται, μας κάνει να σταθούμε και να αναλογιστούμε τις δικές μας διαδρομές, στάσεις και θέσεις που καθημερινά χαράζουμε και υιοθετούμε και ίσως να έχουν και δίκιο, άλλωστε αυτή δεν είναι και η αποστολή κάθε μνημείου όσο περίλαμπρο ή ταπεινό κι αν είναι; Κάθε μνημείο σε δημόσιο χώρο στοχεύει, πέρα από όλα τα άλλα, στην ενίσχυση της μνήμης και στη διαμόρφωση της συνείδησης.

image

Έκτοτε αντίστοιχα «μνημεία της καθημερινότητας» όλο και πληθαίνουν, τα συναντάμε σε σημεία με μεγάλη κίνηση, σε σταθμούς, σε λιμάνια, σε πλατείες, αγάλματα τόσο αληθοφανή που έχουν την ικανότητα να εγείρουν συναισθήματα και να προκαλούν ακόμα και την ταύτιση, καθώς τις κρύες χειμωνιάτικες μέρες κάποια απ’ αυτά βρίσκονται ντυμένα και προστατευμένα από το κρύο και τον χιονιά με σκουφάκια, κασκόλ και πανωφόρια –σαν υπερμεγέθεις κούκλες για ενήλικες- προσφέρονται αδιαμαρτύρητα για να προβάλλουν κάποιοι την αλληλεγγύη και τα ευγενικά αισθήματά τους, όταν δεν διαθέτουν τον απαραίτητο χρόνο και την τόλμη να την προσφέρουν σε ανθρώπους που την χρειάζονται.

image

Την ώρα που οι εργαζόμενοι σε σταθμούς τρένων, λεωφορείων και αεροδρομίων όλο και λιγοστεύουν λόγω της αυτοματοποίησης της εργασίας και δύσκολα βρίσκεις κάποιον για να πάρεις μια πληροφορία ή να σε βοηθήσει να βγάλεις εισιτήριο σε μια άγνωστη πόλη, σχεδόν πάντα πέφτεις πάνω σε ένα άγαλμα (όχι ανθρώπων που έγραψαν ιστορία, αλλά ομοιωμάτων του ανθρώπου της διπλανής πόρτας), το οποίο προσφέρεται να ακουμπήσεις πάνω του να ξαποστάσεις, δεν γέρνει στον άνεμο, δεν διαμαρτύρεται, παραμένει αμετακίνητο σε γνώριμες θέσεις και στάσεις.

image

Τα είχα προσέξει αυτά τα γλυπτά και μάλιστα τα έβλεπα με συμπάθεια, μέχρι που ένα χειμωνιάτικο πρωινό, λίγο πριν τις πέντε, βρέθηκα στην είσοδο του άδειου σιδηροδρομικού σταθμού του Μπρίστολ για να πάρω το λεωφορείο που πήγαινε στο αεροδρόμιο. Είχα φθάσει λίγο νωρίτερα από την ώρα που θα περνούσε και περίμενα όρθια, δίπλα σε ένα παγκάκι, όπου ένας κουλουριασμένος άστεγος κοιμόταν ασκέπαστος. Τις νύχτες πάντα μαζεύονται άστεγοι στους σταθμούς, όσοι ξεμένουν έξω τη νύχτα περιμένουν να ανοίξουν οι πόρτες, να μπουν και να φωλιάσουν κάπου ζεστά, να πάρουν έναν καφέ ή κάτι να φάνε.

Μπροστά από τη σιδερένια πύλη του σταθμού υπήρχε μια ασάλευτη ανθρώπινη φιγούρα, με μια ελαφρά κλήση του κεφαλιού και με το χέρι ελαφρώς ανυψωμένο που θύμιζε ήρωα του Μπέκετ από το «Περιμένοντας τον Γκοντό».

Απέναντι από τη στάση, σε μια κόγχη που έκοβε ο αέρας, δυο ακόμα όρθιες στατικές φιγούρες, δεν μπόρεσα να αποφανθώ για το φύλο τους, υπέθεσα πως ήταν γλυπτά, τι ιδέα, σκέφτηκα, να βάλουν στα σημεία όπου συνήθως πάνε και φωλιάζουν οι άστεγοι ανθρώπινα ομοιώματα. Θυμήθηκα πως την προηγούμενη χρονιά σε διάφορους σταθμούς και δημόσιους χώρους στην Αγγλία είχαν βάλει καρφιά για να μη τα καταλαμβάνουν οι ανέστιοι και φαντάστηκα πως αυτή θα ήταν μια καινούργια «ευφυέστερη» πολιτική.

image

Σε λίγο άρχισε να ψιλοβρέχει και όσο περνούσε η ώρα η βροχή δυνάμωνε, βγάζω ομπρέλα και φυσικά τα γύρω αγάλματα δεν έκαναν καμία κίνηση να προστατευθούν, μέχρι που μια πλαστική σακούλα παρασυρμένη απ’ τον άνεμο και τη βροχή πήγε και κόλλησε πάνω στον μπεκετικό τύπο στην είσοδο του σταθμού και τότε βλέπω τα δυο του χέρια να την απομακρύνουν και εκείνον να στρίβει και να κατευθύνεται αργά προς την κόγχη, όπου στέκονταν τα άλλα δυο αγάλματα που απρόθυμα παραμέρισαν και του έκαναν χώρο να σταθεί δίπλα τους.

Οι πολλές δοκιμασίες αφαιρούν από τον άνθρωπο τη δυνατότητα ή την επιθυμία να κινηθεί, η απελπισία τον παραλύει σε σημείο που αρνείται να κάνει ακόμα και τις απαραίτητες κινήσεις για να προστατευθεί ή να σωθεί. Παραιτείται και αφήνεται στα χέρια της Τύχης. Ακόμα και το ένστικτο αυτοσυντήρησης εξασθενεί -σκεφτόμουν καθισμένη στο λεωφορείο που διέσχιζε την πόλη που ήταν λουσμένη στο απόκοσμο φως της αυγής.

Κι ο θάνατος δεν θα έχει εξουσία/Μείνε ακίνητος γαλήνιος κοιμήσου -ήρθαν απρόσκλητοι οι στίχοι του Ντύλαν Τόμας που είχε γεννηθεί στο παρακείμενο Σουόνζι και που προφανώς δεν θα μπορούσε να φανταστεί πως οι στίχοι του θα παρέμεναν τόσο καίριοι σε αυτόν τον αλλοπρόσαλλα κυνικό αιώνα μας.

image

Σύνδεσμος άρθρου στην Athens Voice