«Μια γυναίκα µπροστά από την εποχή της»

Η βιογραφία της Σαρλότ Μπροντέ γραµµένη από την Ελίζαμπεθ Γκάσκελ,  µια φίλη και οµότεχνή της

 

«Η ζωή, και σ’ αυτό συµφωνούν όλοι των οποίων τη γνώµη αξίζει να µελετήσουµε, είναι το καταλληλότερο θέµα για έναν µυθιστοριογράφο ή βιογράφο· η ζωή, αυτές οι αυθεντίες αποφάνθηκαν, δεν είναι το να κάθεσαι σε µια καρέκλα και να σκέφτεσαι. Η σκέψη και η ζωή είναι σαν δύο αντίθετοι πόλοι.»

Βιρτζίνια Γουλφ, «Ορλάντο»

Το απόσπασµα από το «Ορλάντο» της Βιρτζίνια Γουλφ ο βιογράφος και αφηγητής διαµαρτύρεται για την απουσία δράσης που παρατηρείται στη ζωή µιας γυναίκας, γεγονός που δυσχεραίνει τη σύνταξη µιας βιογραφίας, καθώς το υλικό που αντλείται από τις ταπεινές ζωές τους είναι περιορισµένο -εκτός και αν επρόκειτο για βασίλισσες, αγίες ή συζύγους και ερωµένες διάσηµων αντρών. Τι το ενδιαφέρον µπορεί να έχει, λοιπόν, η ζωή µιας ταπεινής κοπέλας που ζει στον αγγλικό Βορρά στα µέσα του 19ου αιώνα, που διδάσκει µικρά παιδιά, κόρη ενός φτωχού εφηµέριου, η οποία συνθέτει µε τις αδελφές της ιστορίες και περιφέρεται στους ανεµοδαρµένους βάλτους, κυνηγώντας τα φαντάσµατα της φαντασίας της; Και γιατί να ανατεθεί σε µια σύγχρονή της συγγραφέα να γράψει τη βιογραφία της, µόλις δυο χρόνια µετά το θάνατό της, σε ηλικία 39 ετών; Όµως, στην περίπτωση της Σαρλότ Μπροντέ η απουσία δράσης που χαρακτήριζε τη ζωή της δεν ήταν κατασταλτικός παράγοντας για τη σύνθεση της βιογραφίας της, καθώς απολάµβανε και µια άλλη ιδιότητα: ήταν γνωστή µε το όνοµα του Κάρελ Μπελ, του συγγραφέα της «Τζέιν Εϊρ», ενός έργου τολµηρού για τη βικτοριανή εποχή, και έζησε δύο παράλληλες ζωές -τη ζωή του Κάρελ Μπελ ως συγγραφέα και τη ζωή τής Σαρλότ Μπροντέ ως γυναίκα που υιοθέτησε αντρικό ψευδώνυµο. (Το ίδιο επίθετο χρησιµοποίησαν και οι άλλες αδελφές Μπροντέ, η Εµιλι και η Αν, για τη δηµοσιοποίηση των έργων τους.) Η ταυτότητα του µυστηριώδους συγγραφέα απασχόλησε πλήθος αναγνωστών, οι οποίοι µετά τις αποκαλύψεις για την ύπαρξη κάποιας γυναίκας πίσω από το αντρικό όνοµα, απαίτησαν να µάθουν περισσότερα για το δηµιουργό. «Η ζωή της Σαρλότ Μπροντέ» (η µετάφραση του έργου από την άξια µεταφράστρια Εύη Γεωργούλη το καθιστά ένα απολαυστικότατο ανάγνωσµα) είναι η πρώτη βιογραφία που γράφεται από µια γυναίκα για µια άλλη. Η Γκάσκελ υπήρξε φίλη της βιογραφούµενης κατά τη διάρκεια της ζωής της, είχε την τύχη να τη συναναστραφεί, να αλληλογραφήσει µαζί της, αλλά και µε την άδεια του πατέρα της, του εφηµέριου Πάτρικ Μπροντέ, να αποκτήσει πρόσβαση στο µεγαλύτερο µέρος του αρχείου της αλληλογραφίας της, στο ανεκδοτολογικό υλικό και στα αδηµοσίευτα πρωτόλεια έργα της. Η βιογράφος ανέλαβε εν µέρει τη γραφή της βιογραφίας τής Σαρλότ για να αποκαταστήσει την υστεροφηµία της φίλης της ύστερα από κάποιες κακόβουλες επιθέσεις που δέχτηκε, καθώς η «Τζέιν Εϊρ» θεωρήθηκε έργο αυτοβιογραφικό και σπίλωνε τη µνήµη της, λόγω της «σκληρότητας και της τραχύτητας» που επεδείκνυε η κεντρική ηρωίδα και της τολµηρότητας της γραφής τής συγγραφέως. Η Γκάσκελ προσπάθησε να καλύψει το πλεόνασµα πάθους που χαρακτήριζε τη φίλη της και να αποδώσει τη σκληρότητα στις τραγωδίες που υπέφερε από το θάνατο των αγαπηµένων της αδελφών, ενώ οι µετέπειτα βιογράφοι το αναγνώρισαν ως κύριο στοιχείο της προσωπικότητας της Σαρλότ, αλλά και των άλλων αδελφών Μπροντέ.

 

Φύση µελαγχολική και απαισιόδοξη

 

Στο έργο της η Γκάσκελ, το οποίο δηµοσιεύτηκε το 1857, επικεντρώθηκε στην απόκρουση αυτών των κατηγοριών. Προσπάθησε να αποδείξει πως η µελαγχολία και η απαισιοδοξία ήταν δοµικό στοιχείο του χαρακτήρα της Σαρλότ και πως οφείλονταν στο περιβάλλον και στη γεµάτη τραγωδίες ζωή της, παραλείποντας κάθε αναφορά στον έρωτα που έτρεφε για τον παντρεµένο κύριο Εζέ, τον οποίο γνώρισε στις Βρυξέλλες, πάνω στον οποίο στήριξε το µοντέλο του Ρότσεστερ, του θρυλικού πρωταγωνιστή τής «Τζέιν Εϊρ». Η ζωή που παρουσιάζει η Γκάσκελ είναι γεµάτη απώλειες, πένθος, µελαγχολία και αδιάλειπτη προσήλωση στα καθήκοντά της απέναντι στις αδελφές της, στο νεότερο αδελφό της, στον πατέρα της αλλά και στη γραφή. Σε αυτή την γκρίζα ατµόσφαιρα η Σαρλότ καλλιεργεί το µέσον της αλλά και την προσωπικότητά της: από νωρίς διεκδικεί την τελειότητα στα γραπτά της, απαιτεί να τη χειρίζονται ως επαγγελµατία συγγραφέα και κυνηγάει µε πάθος τις φιλοδοξίες της. Η Γκάσκελ γράφει για τη βιογραφούµενή της: «…η µις Μπροντέ ουδέποτε τόλµησε να επιτρέψει στον εαυτό της να προσβλέψει στο µέλλον µε ελπίδα… και πιστεύω …πως θα ήταν αυτή η πίεση της οδύνης που είχε συνθλίψει και καταρρακώσει µέσα της όλη την αισιοδοξία οιασδήποτε προοπτικής. Φαίνεται από τα γράµµατα, πως, χαρακτηριστικό της ιδιοσυγκρασίας της, ή, ίσως, ο βαθύς και οξύς πόνος της για το χαµό των δύο µεγαλυτέρων αδελφών της, συνδυασµένος µε µια κατάσταση µόνιµης σωµατικής αδυναµίας, προξένησαν την απελπισία της». Η Γκάσκελ προτίµησε, όπως σηµειώνει η Ελίζαµπεθ Τζέι στην εισαγωγή της, «να πνίξει τη Σαρλότ-συγγραφέα µέσα στη Σαρλότ -την αγία του σπιτιού». Ο αναγνώστης της βιογραφίας της, όµως, πέρα από τις περιγραφές των φιδωτών µονοπατιών και των βάλτων, τις εξαντλητικές λεπτοµέρειες για τις ενασχολήσεις των κατοίκων του χωριού και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της οικογένειας, δεν µπορεί να προσπεράσει τα παραθέµατα των πρώιµων έργων της Σαρλότ Μπροντέ και τα αποσπάσµατα των επιστολών της και να µη διακρίνει την έκφραση της µεγαλοφυΐας της, ακόµα και όταν γράφει επιστολές σε παιδικές της φίλες. Οι απόψεις της εκτίθενται µε κρυστάλλινη διαύγεια, οι κρίσεις της πάντοτε στηρίζονται σε επιχειρήµατα και οι θέσεις της, ακόµα και όταν αποφαίνεται για πίνακες ζωγραφικής, είναι πάντα αιτιολογηµένες. Οι επιστολές αποκαλύπτουν ένα ανεξάρτητο πνεύµα απίστευτης ωριµότητας, κριτικής ανάλυσης και συναισθηµατικής γενναιοδωρίας. Σε κάποιον κριτικό που την κατηγορεί για υπερβολική ποιητικότητα και συναίσθηµα και της συστήνει να παραδειγµατιστεί από τα έργα της Τζέιν Οστιν, απαντάει: «Μπορεί να υπάρξει σηµαντικός καλλιτέχνης χωρίς ποίηση;» και δεν διστάζει να εκφέρει κρίσεις για τον Μπαλζάκ και τη Γεωργία Σάνδη, την οποία εκτιµά ιδιαίτερα για το ύφος της. Στην κατηγορία ενός επιστολογράφου πως «τα ζοφερά προϊόντα της φαντασίας της» ευθύνονται για την κατάθλιψή της, απαντά πως πρέπει να επιτρέπουµε «στην πραγµατικότητα να υπαινίσσεται και όχι να υπαγορεύει».

Συνειδητοποιηµένη επαγγελµατίας

 

Στην επιλογή του αντρικού ψευδώνυµου δεν κατέφυγε αδικαιολόγητα. Η Μπροντέ ήθελε να την πάρουν σοβαρά ως συγγραφέα, και στην εποχή της οι γυναίκες είχαν ταυτιστεί µε την παραγωγή ελαφρών ψυχαγωγικών µυθιστορηµάτων. «Η λογοτεχνία δεν µπορεί και δεν πρέπει να αποτελεί τη ζωή µιας γυναίκας», της έγραφε ο κύριος Σάουθι, προτρέποντάς την να αποφύγει την απόλυτη εµπλοκή µε τη γραφή. Η ίδια όµως, καθώς ήταν µια συνειδητοποιηµένη επαγγελµατίας, είχε σοβαρές απαιτήσεις από τον εαυτό της και ανάλογες διεκδικήσεις από τους κριτικούς. Σε επιστολή της σε έναν κριτικό της εποχής γράφει: «Θα ήθελα να µη µε σκέφτεστε ως γυναίκα. Θα ήθελα όλοι οι κριτικοί βιβλίων να πίστευαν ότι ο Κάρελ Μπελ είναι άντρας· θα ήταν πιο δίκαιο απέναντί του. Θα εξακολουθήσετε, το ξέρω αυτό, να µε κρίνετε σύµφωνα µε κάποιο πρότυπο που θεωρείτε ταιριαστό προς το φύλο µου …Ό,τι κι αν γίνει, δεν µπορώ, όταν γράφω, να σκέφτοµαι διαρκώς τον εαυτό µου και το τι είναι κοµψό και ελκυστικό για τη θηλυκότητα· δεν είναι σύµφωνα µε αυτούς τους όρους, ή σύµφωνα µε αυτές τις ιδέες, που έπιασα κάποτε την πένα στα χέρια µου: και αν πρόκειται µονάχα µε βάση τέτοιους όρους να ανεχθεί κανείς το γράψιµό µου, θα εξαφανιστώ από τα µάτια του κοινού και δεν θα το ταλαιπωρήσω άλλο. Από την αφάνεια ήρθα, και στην αφάνεια µπορώ εύκολα να επιστρέψω». Η Σαρλότ Μπροντέ µπορεί µεν να έζησε στην αφάνεια, αλλά σίγουρα δεν επέστρεψε εκεί, γιατί το έργο της διαβάζεται ακόµα από πλήθος αναγνωστών. Αργότερα την αναγνώρισαν ως «µια γυναίκα µπροστά από την εποχή της», που είχε τη δύναµη να µετατρέψει την απώλεια σε κέρδος, η δε «Τζέιν Εϊρ» αναγνωρίστηκε ως «πρωτο- φεµινιστικό» µυθιστόρηµα. Και, παρ’ ότι δεν υπήρξε η ίδια µια γυναίκα της δράσης, κατόρθωσε να περάσει τα αιτήµατά της για δικαιοσύνη και ισότητα στο έργο της και οι χαρακτήρες που έπλασε να συγκινούν και να επιδρούν στις επερχόµενες γενιές αναγνωστών.

 

Αργυρώ Μαντόγλου

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, «Ελευθεροτυπία»  14/04/2006

ΕΛΙΖΑΜΠΕΘ ΓΚΑΣΚΕΛ

 Η ζωή της Σαρλότ Μπροντέ

 ΜΤΦΡ.: ΕΥΗ ΓΕΩΡΓΟΥΛΗ

«ΙΝ∆ΙΚΤΟΣ» ΣΕΛ. 661