https://www.bookpress.gr/sinenteuxeis/ellines-ii/argyro-mantoglou-soma-sti-vitrina
Μοναδικό όπλο το σώμα τους»
Του Κώστα Αγοραστού
Η Αργυρώ Μαντόγλου στο τελευταίο της βιβλίο Σώμα στη βιτρίνα αφηγείται την ιστορία της Έλσε Κρίστενς, του παρηκμασμένου Ρέμπραντ, της Δανίας και της Ολλανδίας του 17ου αιώνα. Μια παράλληλη ιστορία, αυτή της Νατάσσας, λαμβάνει χώρα στην εποχή μας. Η ηρωίδα της θα βρεθεί στην Κόκκινη Συνοικία του Άμστερνταμ, ένα σώμα στη βιτρίνα, και θα αναμετρηθεί με τη σκληρότητα της σύγχρονης ζωής. Δύο γυναίκες που μάχονται να αλλάξουν την πορεία του βίου τους πληρώνοντας το τίμημα.
Ποιο ήταν το έναυσμα για να γράψετε το Σώμα στη βιτρίνα; Ποιο το σημείο εκκίνησης και πόσο πιστή μείνατε στην αρχική σας ιδέα;
Κάποια στιγμή, ενώ έχεις αρχίσει να γράφεις και έχεις μια γενική ιδέα για τους χαρακτήρες και το θέμα, έρχονται κάποιες εικόνες, κάποιες «συμπτώσεις» και δίνουν μια άλλη κατεύθυνση, ενώ ταυτόχρονα σε κάνουν να υποψιαστείς τις άλλες διαστάσεις αλλά και τη δυσκολία του project σου.
Δύσκολο να εντοπιστεί το πρώτο ερέθισμα ή το εναρκτήριο έναυσμα για τη γραφή ενός βιβλίου. Κάποια στιγμή, ενώ έχεις αρχίσει να γράφεις και έχεις μια γενική ιδέα για τους χαρακτήρες και το θέμα, έρχονται κάποιες εικόνες, κάποιες «συμπτώσεις» και δίνουν μια άλλη κατεύθυνση, ενώ ταυτόχρονα σε κάνουν να υποψιαστείς τις άλλες διαστάσεις αλλά και τη δυσκολία του project σου, αν και αυτή η δυσκολία είναι που σε κρατάει σε εγρήγορση.
Εκ των υστέρων διακρίνω πως η ιδέα της «έκθεσης χωρίς αναστολές» –που γίνεται εντονότερη σε περιόδους κρίσης– ήταν κυρίαρχη από την αρχή, είτε με την έκθεση του σώματος για όσους διαθέτουν τα προσόντα είτε με ό,τι άλλο μπορεί να φέρει ο καθείς στην αγορά καθώς και το αμείλικτο παζάρι, το οποίο στο Άμστερνταμ, όπου εκτυλίσσεται το βιβλίο, γίνεται μέρα μεσημέρι στο κεντρικότερο σημείο της πόλης. Επίσης, η έννοια της συναλλαγής, η τιμολόγηση των κάθε είδους υπηρεσιών, αυτές οι νέες μορφές δουλείας και εκμετάλλευσης που γίνονται πλέον απροκάλυπτα, οι μετακινήσεις οικονομικών μεταναστών (τώρα πια από χώρες του Ευρωπαϊκού νότου) και η επιτακτική ανάγκη επιβίωσης.
Γράφοντας και όντας σε εγρήγορση, μελετώντας ταυτόχρονα την Ιστορία, ήρθαν στην επιφάνεια και οι ιστορίες των χαρακτήρων, άλλες επινοημένες, άλλες υπαρκτές.
Στο βιβλίο σας «τρέχουν» παράλληλα δύο ιστορίες με χρονική απόσταση 350 χρόνων. Αν και όλα είναι διαφορετικά, ανάμεσα στις δύο εποχές, ποια είναι τα κοινά στοιχεία στο χαρακτήρα κάθε μιας από τις ηρωίδες σας;
Είναι και οι δυο οικονομικές μετανάστριες από ευρωπαϊκές χώρες, νέες, όμορφες με φιλοδοξίες, αποφασισμένες να «προχωρήσουν» τη ζωή τους με τις δικές τους δυνάμεις, παραπλανημένες σε σχέση με το τι τους περιμένει σε μια μεγάλη πόλη, σε έναν εμπορικό, οικονομικό παράδεισο. Και οι δυο έχουν ένα και μοναδικό όπλο, το «σώμα» τους, η μία το εκθέτει στη βιτρίνα στην Κόκκινη Συνοικία του Άμστερνταμ, και η άλλη στο ατελιέ του Ρέμπραντ και –νεκρή πια– στην «Πύλη των Δακρύων». Η σύγχρονη ηρωίδα, η Ελληνίδα Νατάσσα, παρότι η εποχή έχει επιβάλει νέες, πιο ύπουλες μορφές βαρβαρότητας, έχει βρει τρόπους να αντιπαρέρχεται, να αντιστέκεται και να προφυλάσσει περισσότερο τον εαυτό της. Ενώ η Έλσε, η παλιά, ήρθε στην πόλη με μοίρα προκαθορισμένη, έναν πρόβατο επί σφαγή. Η σύγχρονη, διαθέτει ένα μικρό περιθώριο και μια κάποια ελευθερία της βούλησης – έστω και ως ψευδαίσθηση.
Είναι και οι δυο γυναίκες που αντιδρούν σε αυτά που τους συμβαίνουν, δεν αποδέχονται παθητικά τις καταστάσεις, ελίσσονται, επινοούν και θέλουν οι ίδιες να χτίσουν το μέλλον τους, με τον δικό τους τρόπο, αυτό που κάποιοι ονομάζουν «ανήθικο», για αυτές είναι «απλή επιβίωση».
Και οι δυο, επίσης, δεν έχουν αναστολές ούτε ψευδαισθήσεις σε σχέση με τους ανθρώπους και τα κίνητρά τους, δεν είναι ρομαντικές (δεν έχουν την πολυτέλεια) –κάθε κίνησή τους έχει σκοπό την επιβίωσή τους, έντιμες (με τον τρόπο τους) και οργισμένες – είναι η οργή που τις οδηγεί στα άκρα.
Είναι και οι δυο γυναίκες που αντιδρούν σε αυτά που τους συμβαίνουν, δεν αποδέχονται παθητικά τις καταστάσεις, ελίσσονται, επινοούν και θέλουν οι ίδιες να χτίσουν το μέλλον τους, με τον δικό τους τρόπο, αυτό που κάποιοι ονομάζουν «ανήθικο», γι’ αυτές είναι «απλή επιβίωση». Είναι φιλοπερίεργες, πραγματίστριες, προσγειωμένες και αγωνίστριες, δίνουν και οι δυο τον δικό τους αγώνα να κρατηθούν στη ζωή. Επίσης, τολμούν, με τον τρόπο τους, να παρέμβουν στην πραγματικότητα, δεν είναι παθητικοί δέκτες και αυτό, φυσικά, το πληρώνουν.
Η πραγματολογική έρευνα πριν από τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος είναι μια μέθοδος που ακολουθείτε κι εσείς. Για το Σώμα στη βιτρίνα από πού αντλήσατε πληροφορίες για την περίοδο του 17αιώνα για την Δανία και την Ολλανδία, καθώς για την ιστορία της Έλσε Κρίστενς;
Το έργο του Ρέμπραντ όπου απεικονίζεται η Έλσε Κρίστενς στην αγχόνη ήταν το εφαλτήριο ερέθισμα για να ερευνήσω την εποχή, βρήκα αρκετές αναφορές στο πρόσωπό της, καθώς ήταν η μοναδική γυναίκα που είχε εκτελεστεί στο χρονικό διάστημα είκοσι επτά ετών, κι αυτός ήταν ο λόγος που οι ιστορικοί κατάφεραν να την ταυτοποιήσουν, ενώ η ταυτότητα άλλων γυναικών, που υπήρξαν μοντέλα ζωγράφων της εποχής, αγνοείται. Επίσης, ενώ το συγκεκριμένο έργο είχε αρχικά θεωρηθεί ως έργο πρωτύτερης περιόδου του Ρέμπραντ, όταν έγινε η ιστορική έρευνα από την ιστορικό Isabella van Eeghen τη δεκαετία του εξήντα, προσδιορίστηκε η ακριβής χρονολογία του.
Για την γραφή του μυθιστορήματος άντλησα πληροφορίες από πολλές και διαφορετικές πηγές, ιστορικές μελέτες για την πόλη, επίσκεψη και έρευνα στα Αρχεία της Πόλης του Άμστερνταμ, μελέτες για τον Χρυσό Αιώνα της Ολλανδικής ζωγραφικής, μαρτυρίες περιηγητών, ημερολόγια γνωστών φιλοσόφων και καλλιτεχνών που πέρασαν από εκεί εκείνη την εποχή, επιστημονικά άρθρα, την ιστορία των κτιρίων του Άμστερνταμ, καθώς και βιβλία με τους μύθους και τους θρύλους για την πόλη.
Η «δική σας» Κρίστενς συναντά τον Ρέμπραντ και γίνεται μοντέλο του στο ατελιέ του. Πώς προσεγγίσατε την προσωπικότητα ενός από τους σπουδαιότερους ζωγράφους όλων των εποχών;
Προσέγγισα τον Ρέμπραντ ως ένα μεγάλο καλλιτέχνη, ένα πρόσωπο με λάμψη, εξουσία και μεγαλείο που βρίσκεται μεν στην (οικονομική) παρακμή του, αλλά είναι σε θέση να διαβάζει τα κίνητρα και τις βουλές των κοντινών του.
Μου πήρε χρόνο η συλλογή πληροφοριών για τον Ρέμπραντ, τα γεγονότα της ζωής του, αλλά και το πώς τον έβλεπαν οι σύγχρονοί του. Προσέγγισα τον Ρέμπραντ ως ένα μεγάλο καλλιτέχνη, ένα πρόσωπο με λάμψη, εξουσία και μεγαλείο που βρίσκεται μεν στην (οικονομική) παρακμή του, αλλά είναι σε θέση να διαβάζει τα κίνητρα και τις βουλές των κοντινών του. Ευφυής και γνώστης της ανθρώπινης ψυχολογίας, παρά την πικρία του, συνεχίζει να δημιουργεί και να εξελίσσει την τέχνη του, αδιαφορώντας για τις επιταγές της αγοράς, την ώρα που όλοι οι πρώην μαθητές του πλούτιζαν μιμούμενοι την τεχνική του. Στο Σώμα στη βιτρίνα οι περισσότεροι διάλογοι είναι επινοημένοι εκτός από κάποιες χαρακτηριστικές δικές του φράσεις που έχω πάρει από επιστολές του.
Μελέτησα όλες σχεδόν τις βιογραφίες του αλλά και τα έργα του, και η εντύπωση που αποκόμισα και μεταφέρω και στο βιβλίο είναι πως (την εποχή που «συνάντησε» την Έλσε) ήταν και αυτός ένας παρίας. Εστιάστηκα περισσότερο στην περίοδο της παρακμής του, όταν ήταν πλέον γέρος, φτωχός και ανήμπορος και είχε σταματήσει να δέχεται παραγγελίες. Η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σε αυτόν και στο κοριτσάκι είναι η σχέση ανάμεσα σε δυο «εξόριστους» που παρακολουθούν όσα συμβαίνουν και τα σχολιάζουν με τον τρόπο τους.
Έχετε γράψει πέντε μυθιστορήματα και μια νουβέλα, εκτός των άλλων. Υπάρχει κάποιος κοινός προβληματισμός που διατρέχει τα βιβλία σας;
Όπως και στον δακτύλιο του κορμού ενός δένδρου, όπου αποτυπώνονται, ταυτοχρόνως, όλες οι ηλικίες του και οι φάσεις της ζωής του, παρομοίως, θέλησα να αποτυπωθεί στο μυθιστόρημα ένα τετατρημόριο του χρόνου, δηλαδή το ένα από τα τέσσερα μέρη μιας χρονιάς – εν προκειμένω, η Άνοιξη.
Ο χρόνος, τόσο ως έννοια όσο και ως παράγοντας που καθορίζει τη μορφή, νομίζω πως κυριαρχεί σε όλα μου τα βιβλία. Στο Σώμα στη βιτρίνα αλλά και σε άλλα, με απασχόλησε ιδιαίτερα η μορφή, η οποία, εν πολλοίς, καθόρισε και το θέμα. Εδώ, ήθελα να μεταφέρω μια χρονική «φέτα», η οποία να περιλαμβάνει τις διάφορες χρονικές στιγμές. Όπως και στον δακτύλιο του κορμού ενός δένδρου, όπου αποτυπώνονται, ταυτοχρόνως, όλες οι ηλικίες του και οι φάσεις της ζωής του, παρομοίως, θέλησα να αποτυπωθεί στο μυθιστόρημα ένα τετατρημόριο του χρόνου, δηλαδή το ένα από τα τέσσερα μέρη μιας χρονιάς – εν προκειμένω, η Άνοιξη. Το μυθιστόρημα τόσο στον παροντικό όσο και στο ιστορικό χρόνο εκτυλίσσεται σε τρία μέρη, που το καθένα περιλαμβάνει έναν από τους μήνες της Άνοιξης (Μάρτιος, Απρίλιος, Μάιος).
Αυτό το παιχνίδι με το χρόνο με παιδεύει σε όλα τα βιβλία μου και πολλές φορές παίρνει τη μορφή εκλεκτικών συναντήσεων με μεγάλες προσωπικότητες. Στο πρώτο μου πεζό Βιρτζίνια Γουλφ Café (Απόπειρα, 1998), υπάρχει και εκεί αυτή η χρονική «σύγκλιση», καθώς εκτυλίσσεται σε δυο χρόνους, το σύγχρονο Λονδίνο και τη βικτοριανή Αγγλία και η Άννα, η κεντρική ηρωίδα, κάνει ταξίδια στο χρόνο για να συναντηθεί με μια ηρωίδα του Τόμας Χάρντι αλλά και τον ίδιο τον συγγραφέα.
Άλλα θέματα που νομίζω πως επανέρχονται είναι η γυναικεία δημιουργικότητα, τα προσωπικά αδιέξοδα σε σχέση με τα μυστήρια του κόσμου, η πάλη των χαρακτήρων να επιβληθούν στην αμείλικτη πραγματικότητα και, ενίοτε –μέσα σε αυτή την πάλη–, γίνονται μεν οριακοί αλλά και απρόσμενα, κάποιες φορές ακόμα και για εμένα, επινοητικοί.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Εμφάνιση άρθρου: https://www.bookpress.gr/sinenteuxeis/ellines-ii/argyro-mantoglou-soma-sti-vitrina
https://www.bookpress.gr/sinenteuxeis/ellines-ii/argyro-mantoglou-soma-sti-vitrina
Leave A Comment