Γυναίκες που τολμούν, γυναίκες που τιμωρούνται

altΓια το μυθιστόρημα της Αργυρώς Μαντόγλου Σώμα στη βιτρίνα (εκδ. Μεταίχμιο).

Του Νίκου Ξένιου

Το ανεκπλήρωτο όνειρο της μετανάστιδος για μια καλή ζωή, η μνήμη οδυνηρών γεγονότων και η υπέρβαση των ορίων που οδηγεί στο έγκλημα, η τελική αποδοχή του πεπρωμένου και η υποταγή της γυναίκας στις εξουσίες των καιρών. Αυτός είναι ο ευρύς θεματικός ορίζοντας του επιτυχημένου μυθιστορήματος της Αργυρώς Μαντόγλου Σώμα στη Βιτρίνα. Έπειτα από έρευνα του σκίτσου του Ρέμπραντ Γυναίκα στην Αγχόνη, η Μαντόγλου ανασυστήνει τον οδυνηρό βίο και το άδοξο τέλος της Έλσε Κρίστενς, με φόντο την εμπορικότερη πόλη του 17ου αιώνα: το Άμστερνταμ. Συνδέει όμως τη θεματική αυτή και με τη σύγχρονη προβληματική της εμπορευματοποίησης του σώματος στον ευρωπαϊκό Βορρά και του εύσχημου «σερβιρίσματός» της ως ερωτικής χειραφέτησης.

350 χρόνια πριν

Η Αργυρώ Μαντόγλου είναι δριμεία με τους άνδρες: σχεδόν καμιά ανδρική φιγούρα στο βιβλίο της δεν έχει καθαρή συνείδηση, ούτε καν ο ίδιος ο Δάσκαλος/Ρέμπραντ, που κωφεύει στις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος αυτού του κοριτσιού και το αντιμετωπίζει απλώς με συμπάθεια, ως ένα ενδιαφέρον, όμορφο μοντέλο.

Οι τρεις τελευταίοι (εαρινοί) μήνες της ζωής μιας πεισμωμένης νέας κοπέλας του 17ου αιώνα που πασχίζει να πιει τη ζωή μέχρι το μεδούλι: εδώ το seize the day γίνεται η αγχόνη που παγιδεύει την ηρωίδα στα πανίσχυρα πλοκάμια των ισχυρών της εποχής της καινοτομίας, στον απόηχο της μοίρας του Τζορντάνο Μπρούνο και του Γαλιλαίου, στον απόηχο των λόγων του Έρασμου και στα ζοφερά χρώματα των φλαμανδών ζωγράφων της όψιμης Αναγέννησης στις Κάτω Χώρες. Το φύλο του κοριτσιού αυτού είναι το κύριο εμπόδιο στην κατάκτηση της ευτυχίας. Η Αργυρώ Μαντόγλου είναι δριμεία με τους άνδρες: σχεδόν καμιά ανδρική φιγούρα στο βιβλίο της δεν έχει καθαρή συνείδηση, ούτε καν ο ίδιος ο Δάσκαλος/Ρέμπραντ, που κωφεύει στις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος αυτού του κοριτσιού και το αντιμετωπίζει απλώς με συμπάθεια, ως ένα ενδιαφέρον, όμορφο μοντέλο. Με μοίρα εκ προοιμίου υποταγμένη στις επιταγές της εξουσίας, ο μεγαλύτερος των ζωγράφων παρουσιάζεται ως παραγκωνισμένος και περιθωριοποιημένος, ενώ ένα άλλο πρόσωπο κυριαρχεί με το καιροσκοπικό του ήθος.

Πρόκειται για τον αντιπροσωπευτικό εκπρόσωπο της ολλανδικής εμπορευματικής τάξης του 17ου αιώνα, τον άνθρωπο της «αρπαχτής», τον αντιγραφέα/πλαστογράφο πινάκων που υποδύεται τον καλλιτέχνη, τη ρεπλίκα της πραγματικής δημιουργικής δύναμης, τον μεταπράτη «αεριτζή» προικοθήρα που κωφεύει στην κραυγή αδικίας, «πουλάει» τον έρωτά του όσο-όσο και καπηλεύεται τα συναισθήματα και τη γνησιότητα. Και που, ωστόσο, επικρατεί στο σκηνικό αυτής της ψευδεπίγραφης προόδου. Πολύ σωστή επιλογή του πρώτου προσώπου στην προσωπική «επαφή» που αυτό το πρόσωπο συνάπτει με ένα σύγχρονο γυναικείο πρόσωπο, την επινοημένη συγγραφέα της Μαντόγλου, κοινοποιώντας τις προθέσεις του σε διαλογικό ύφος και αποκαθιστώντας την ιστορία στις ρεαλιστικές της διαστάσεις. Ορμώμενη από το υπαρκτό σχέδιο της απαγχονισμένης γυναίκας που αποδίδεται στον Ρέμπραντ, η συγγραφέας αναπλάθει την «πίσω ιστορία».

Η μόνη επιλογή που της αφήνουν οι καταστάσεις είναι να μετατραπεί σε έναν θηλυκό Ρασκόλνικοφ.

Το κορίτσι είναι αγαπημένο μοντέλο του Ρέμπραντ. Μαύρη μοίρα για τη γυναίκα που τόλμησε να ονειρευτεί και να διεκδικήσει τον αισθησιασμό της, την αναγνώριση της ομορφιάς της, την ταυτότητα του κορμιού της, τον οργασμό της και τα δικαιώματά της εν γένει. Η φιγούρα της «γριας-τσατσάς» σπιτονοικοκυράς που απαιτεί το νοίκι θα την προσγειώνει καθημερινά στη σκόνη του πατώματος. Η μόνη επιλογή που της αφήνουν οι καταστάσεις είναι να μετατραπεί σε έναν θηλυκό Ρασκόλνικοφ. Και το κορμί της θα αναρτηθεί, αφού κακοποιηθεί εν ονόματι της δικαιοσύνης και σπαραχθεί, ως εξιλαστήριο θύμα παραδειγματισμού με το τσεκούρι του εγκλήματος δίπλα, στην Πύλη των Δακρύων, να αντικρίζει το τείχος και να ακούει το κρώξιμο των γλάρων, δραπετεύοντας φαντασιωσικά και μόνο στην ελευθερία, «επί πτερύγων ονείρων».

350 χρόνια μετά

Μια προικισμένη συγγραφέας διενεργεί ένα είδος προσωπικής έρευνας για τη μετανάστευση στις χώρες του Βορρά, για την ενοχή που παράγει η εξουσία, για το πάθος και για την καπηλεία του γυναικείου κορμιού, διατηρώντας ως δημιουργός μια περίεργη επαφή με τα σύνορα, τείνοντας να υπερβεί δηλαδή τα όρια, και παραμένοντας σε στάδιο «μετάβασης».

Τριακόσια πενήντα χρόνια μετά (2014), ένας άνθρωπος προικισμένος με τη σπάνια ιδιότητα/πάθηση της συναισθησίας «γεύεται» τους ανθρώπους κι αισθάνεται τον παλμό, τα vibes του Άμστερνταμ του 17ου αιώνα. Η ευφάνταστη αυτή λογοτεχνική persona δίνει στη συγγραφέα τη δυνατότητα να γεφυρώσει τις δύο εποχές, επιστρατεύοντας αρχειακό υλικό για την πορνεία, τις συνθήκες φυλάκισης και εκτέλεσης, τη φρικτή αντιμετώπιση κι εκμετάλλευση των «κοριτσιών» αυτών από την ανδροκρατούμενη, εμπορευματική αστική τάξη που κυβερνούσε στις Κάτω Χώρες, αντικειμένων «προς βρώσιν» των νοσηρών φαντασιώσεων και θυμάτων άδικων δικαστών/κρυφών «πελατών» των πορνείων.

Παράλληλα, μια προικισμένη συγγραφέας διενεργεί ένα είδος προσωπικής έρευνας για τη μετανάστευση στις χώρες του Βορρά, για την ενοχή που παράγει η εξουσία, για το πάθος και για την καπηλεία του γυναικείου κορμιού, διατηρώντας ως δημιουργός μια περίεργη επαφή με τα σύνορα, τείνοντας να υπερβεί δηλαδή τα όρια, και παραμένοντας σε στάδιο «μετάβασης». Έξυπνος χειρισμός του σύγχρονου θεματολογίου που αντιστοιχεί σε ανάκλαση της οικονομικής κρίσης στις χώρες της Μεσογείου και πιο συγκεκριμένα στην Ελλάδα, που λειτουργεί κατοπτρικά προς την κεντρική ιστορία.

Μια τρίτη μορφή, «σύστοιχη», συμμετρική προς την κεντρική ηρωίδα, έχει να αφηγηθεί την προσωπική της πορεία προς την ανωνυμία, την προσωπική της ανάγκη δραπέτευσης από το πεπρωμένο. Η μνήμη εδώ επιστρατεύεται ως αφηγηματική φωνή. Τα τρία «σύγχρονα» πρόσωπα του βιβλίου, με μια κίνηση «κλικ» κατά έναν μήνα μπροστά, «κινούν» και την ανέμη της ιστορίας. Το ίδιο συμβαίνει στο τελευταίο μέρος, με ένα ακόμη «κλικ» μπροστά κατά έναν μήνα ακόμη. Μιλάμε, δηλαδή, για ένα ελάχιστο χρονικό décalage του αφηγηματικού χρόνου, αρκετό για να ενεργοποιήσει την αποτύπωση του πεπρωμένου στα πρόσωπα και στη ζωή των ηρώων.

alt

Παιχνίδι υποταγής στον φαλλό

Οι ήρωες δεν είναι σχηματικοί, είναι όμως ακραίοι στη σύλληψή τους, γιατί, βεβαίως, το υφέρπον ζήτημα του βιβλίου της κυρίας Μαντόγλου είναι ενδιαφέρον και «καυτό» και δεν αφορά τον μέσο άνθρωπο, αλλά τη θυματοποιημένη γυναίκα/μετανάστη.

Η κακοδαιμονία του ανθρώπινου όντος, της σωματικότητάς του, θα παραμείνει η ίδια και στον 21ο αιώνα. Πανομοιότυποι είναι και οι φορείς της εξουσίας, μόνο που σήμερα έχουν άλλες ονομασίες. Σήμερα κυριαρχεί η αυνανιστική εικόνα του ανεκπλήρωτου και μη εξελιγμένου μέσα στους αιώνες ερωτισμού, προϊόν της προτεσταντικής καπιταλιστικής ηθικής που μεταμφιέζεται σε παράγοντα «απελευθερωτικό», υποτίθεται, παρέχοντας εκατοντάδες διεξόδους εκτόνωσης του σεξ, χρήσης ελαφρών ναρκωτικών, συνεχούς επαφής με το γυμνό κορμί ως αντικείμενο εκτόνωσης του πόθου, όλα αυτά στο πλαίσιο της ίδιας, πάντα, στερεότυπα καθηλωμένης εικόνας: μιας άψυχης κούκλας, ενός παιγνίου, φερέφωνου, ανδράποδου, που είναι έτοιμο να γίνει άθυρμα της φαντασίωσης και φτερό στον άνεμο, διαθέσιμο και παθητικό, της τέλειας, δηλαδή, φαλλοκρατικής φαντασίωσης.

Οι ήρωες δεν είναι σχηματικοί, είναι όμως ακραίοι στη σύλληψή τους, γιατί, βεβαίως, το υφέρπον ζήτημα του βιβλίου της κυρίας Μαντόγλου είναι ενδιαφέρον και «καυτό» και δεν αφορά τον μέσο άνθρωπο, αλλά τη θυματοποιημένη γυναίκα/μετανάστη. Είναι, αυτό, το τράφικινγκ; Είναι ο κυνικός χαρακτήρας του δημόσιου βίου και ο υπερκαταναλωτισμός του πορνογραφικού image ως υποκατάστατο της γνήσιας ανθρώπινης επαφής και του ερωτισμού; Είναι η απορρόφηση του «διαφορετικού» από το σύγχρονο ολλανδικό εμπορευματικό σύστημα που, με επίκεντρο τη βιτρίνα του sex shop νομιμοποιεί την αντικειμενο-ποίηση (reification) του ανθρώπινου σώματος; Είναι η δήθεν ανεκτικότητα (tolerance) του πρώην αποικιακού αυτού κράτους που σήμερα εκποιεί αντίγραφα ζωής και ηδονής και διατηρεί τη φήμη της political correctness και του προοδευτισμού;

Όποιο και αν είναι το θέμα που πρωτίστως κινητοποίησε τη συγγραφέα, το προσωπικό ανθρωπιστικό/φεμινιστικό κίνητρό της συγκινεί, ενώ η έρευνα για τη ζωή της μεσογειακής καταγωγής πόρνης στα «σπίτια με βιτρίνα/κουβούκλιο» πείθει ως σαφέστατη σημερινή αναλογία της ιστορίας της άτυχης Δανής του 1664. Και η σύνδεση των δύο είναι ανάρπαστο υλικό για μυθιστόρημα, ιδιαίτερα από μια τεχνίτρια του είδους: οι μυρωδιές, οι αισθήσεις, τα χρώματα της τουλίπας, η εντρύφηση στις εικαστικές τέχνες και η αποτύπωση του φευγαλέου, η αίσθηση από τα σμήνη των γλάρων στη χώρα που παλεύει με τα νερά, η εικόνα από τα πλήθη αδύναμων και αφοπλισμένων ανθρώπων που παρακολουθούν τη φρικτή εκτέλεση και έκθεση της καταδίκου σε δημόσια θέα, όλα προεξοφλούν την επιτυχία στο μυθιστόρημα της Αργυρώς Μαντόγλου.

* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.

altΣώμα στη βιτρίνα
Αργυρώ Μαντόγλου
Μεταίχμιο 2017
Σελ. 408

 

Εμφάνιση άρθρου:  https://www.bookpress.gr/kritikes/elliniki-pezografia/mantoglou-arguro-metaichmio-soma-sti-bitrina