Τζορτζ Όργουελ: ο προφήτης του καιρού μας

image
 Τον τελευταίο καιρό σε πλήθος άρθρων και αναλύσεων που εμφανίζονται σε εφημερίδες και περιοδικά, όπου διάφοροι σχολιαστές επιχειρούν να ερμηνεύσουν την άνοδο του ISIS, τον τρόπο δόμησης του προπαγανδιστικού λόγου, την αισθητική των ολοκληρωτισμών, αλλά και τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι σε μετανάστες και πρόσφυγες, όλο και συχνότερα εντοπίζω αναφορές στον Τζορτζ Όργουελ, τον αμφιλεγόμενο Άγγλο συγγραφέα και δημοσιογράφο – του οποίου η επέτειος των εβδομήντα πέντε χρόνων από τον θάνατό του εορτάστηκε το 2015. Οι αναφορές δεν αφορούν μόνο στο 1984, το εμβληματικό μυθιστόρημά του, αλλά και σε άλλα, λιγότερο γνωστά άρθρα του και κριτικές που δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής του. Ταυτόχρονα διαβάζω πως κάποιοι από τους σημαντικότερους συγγραφείς της δικής μας εποχής «απαντούν» και συνομιλούν με κείμενά του, γράφοντας τα δικά τους κείμενα, φέρνοντας στην επιφάνεια τις απόψεις του που στον καιρό του θεωρήθηκαν προκλητικές και αιρετικές. Το γεγονός πως άρθρα που έχουν δημοσιευτεί τόσες δεκαετίες πριν, έχουν την ικανότητα να διαφωτίζουν και να ερμηνεύουν την πραγματικότητα που βιώνουμε σήμερα, είναι κάτι που συμβαίνει μόνο με τους κλασικούς συγγραφείς. Ο Όργουελ δεν ήταν απλώς κάποιος που προέβλεψε τη σαρωτική υποταγή μας στα μίντια και στην πολιτική της απόλυτης διαφάνειας και έκθεσης σε αυτά, αλλά και ένας στοχαστής που προφήτευσε τη σαγήνη που ασκούν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα σε ομάδες πληθυσμού, εντοπίζοντας «δοκιμασμένες» μεθόδους υποταγής που εφάρμοζαν οι δικτάτορες και που δυστυχώς παραμένουν αναλλοίωτες ακόμα και στις μέρες μας.

Η κυριαρχία των κοινωνικών δικτύων και η απόλυτη έκθεση της προσωπικής ζωής είχαν προβλεφθεί στο 1984 καθώς και οι μέθοδοι της ευγονικής, ως τρόπος απαλλαγής από «ζωές ανάξιες της ζωής». Πρόσφατα ανακοινώθηκε από τον Isis η πρόθεση εξόντωσης και απαλλαγής από τις αδύναμες και ασθενέστερες ομάδες, τακτικές που θυμίζουν τις τακτικές της Ναζιστικής Γερμανίας.

«Σας προσφέρω πόλεμο, κίνδυνο και θάνατο»

Το 1940 σε κριτική για το μανιφέστο του Χίτλερ, «Ο Αγώνας μου» που είχε μόλις κυκλοφορήσει στην Αγγλία ο Όργουελ έγραφε: «Ο Χίτλερ οραματίζεται ένα απέραντο κράτος 250 εκατομμυρίων Γερμανών με άφθονο “ζωτικό χώρο” (εκτεινόμενο έως το Αφγανιστάν ή περίπου), μια φριχτή, ανεγκέφαλη αυτοκρατορία στην οποία ουσιαστικά δεν θα γίνεται τίποτα άλλο πλην της εκπαίδευσης των νέων αντρών για τον πόλεμο και την παραγωγή νωπής τροφής για τα κανόνια. Πώς μπόρεσε να καταστρώσει όλο αυτό το τερατώδες σχέδιο δράσης;» Στην ίδια κριτική σημειώνει, επίσης πως ο δικτάτορας είχε την ικανότητα να γοητεύει τα πλήθη και σύμφωνα με τη δική του ερμηνεία αυτό οφείλονταν στο ότι: «Ο Χίτλερ γνωρίζει πως τα ανθρώπινα όντα δεν θέλουν μόνο άνεση, ασφάλεια, λιγότερες ώρες εργασίας και υγεία. Θέλουν επίσης, τουλάχιστον κατά διαστήματα, αγώνα και αυτοθυσία, για να μην αναφέρουμε τα τύμπανα, τα λάβαρα και τις παρελάσεις». Αναμφίβολα, για μια ακόμα φορά, η κριτική του για το νοσηρό μανιφέστο του δικτάτορα αποδείχτηκε προφητική: «Ενώ ο σοσιαλισμός ακόμα και ο καπιταλισμός, έστω και με τον πιο απρόθυμο τρόπο, λέει στους ανθρώπους “σας προσφέρω μια καλή ζωή”, o Χίτλερ τους λέει: “Σας προσφέρω πόλεμο, κίνδυνο και θάνατο” και ευθύς αμέσως ένα ολόκληρο έθνος γονατίζει μπροστά του». Σήμερα, βλέποντας τόσους νέους ανθρώπους, ακόμα και δυτικούς, να στρατεύονται και να γοητεύονται από τα κελεύσματα του ISIS, η ερμηνεία του Όργουελ προβάλλει ακόμα επίκαιρη και διεισδυτική, μια ερμηνεία που οι σύγχρονοι αναλυτές δεν μπορούν να προσπεράσουν. Οι φαντασμαγορικές στρατιωτικές παρελάσεις αλλά και η αίσθηση ενός σκοπού που προσφέρουν οι δικτάτορες στους οπαδούς τους, απηχούν το ιερό κάλεσμα των τζιχαντιστών για συστράτευση υπέρ του ισλαμικού κράτους. «Τώρα που πολεμάμε ενάντια στον άνθρωπο που επινόησε αυτό το σύνθημα οφείλουμε να μην υποτιμάμε τη συναισθηματική γοητεία που ασκεί», κατέληγε η προφητική κριτική του Τζορτζ Όργουελ, ο οποίος είχε ήδη εμπειρία από τον Ισπανικό εμφύλιο και είχε την ικανότητα να εντοπίζει τη συναισθηματική φόρτιση που ασκούσε ο φασισμός. Θα περνούσαν άλλα οκτώ χρόνια για δημοσιεύσει το 1984, αλλά οι παρατηρήσεις και τα σχόλια του περιέχουν πολλά από τα θέματα που θα θίξει στο ακόμα άγραφο αριστούργημά του.

Ιστορική παρόρμηση και πολιτική στόχευση

Τόσο τα βιβλία όσο και τα άρθρα του Όργουελ εξακολουθούν να επηρεάζουν, να εμπνέουν και να διαφωτίζουν. Πώς γίνεται ένας συγγραφέας που πέθανε το 1950, στα σαρανταέξι του χρόνια, να παραμένει μια από τις πλέον ρηξικέλευθες φωνές της δικής μας εποχής; Κατά τη διάρκεια του πολέμου εργάστηκε για μερικά χρόνια στο BBC «τρώγοντας τον χρόνο μου και τον χρόνο του κοινού», όπως έλεγε χαρακτηριστικά, αλλά όταν προτάθηκε μετά τον θάνατό του να αναγερθεί το άγαλμα του στην είσοδο του κτιρίου –καθώς υπήρξε ίσως ο πλέον διάσημος εργαζόμενος- η πρόταση απορρίφτηκε καθώς θεωρήθηκε πολύ αριστερός, πολύ αμφιλεγόμενος. Ο Όργουελ δεν φοίτησε ποτέ σε κάποιο πανεπιστήμιο, όμως κάθε φορά που ανοίγουμε κάποιο βιβλίο του ή πέφτουμε πάνω σε ένα άρθρο του υπάρχει κάποια αποκαλυπτική ιδέα, κάποια παρατήρηση τόσο διεισδυτική που εξακολουθεί να διαθέτει μια επίκαιρη αξία και να ρίχνει φως στο ζοφερό παρόν που βιώνουμε σήμερα.

Στο «Γιατί γράφω», ένα άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 1946 στο περιοδικό Gangel, μετά από πρόσκληση των εκδοτών σε διάφορους συγγραφείς να καταγράψουν τους λόγους και τα κίνητρα που τους ωθούν στη συγγραφή, ο Όργουελ, ανάμεσα σε άλλα, αναφέρει την ιστορική παρόρμηση και την πολιτική στόχευση. «Ιστορική παρόρμηση: Η ανάγκη να δεις τα πράγματα ως έχουν, να βρεις τα πραγματικά γεγονότα, να τα καταγράψεις σαν να είσαι αποθηκάριος για τους μελλοντικούς αναγνώστες.

Πολιτική στόχευση: Χρησιμοποιώ τη λέξη “πολιτική” με την ευρύτερη έννοιά της. Είναι η ανάγκη του συγγραφέα να ωθήσει τον κόσμο προς κάποια κατεύθυνση, προς την κοινωνία που θεωρεί ότι οφείλουμε να οδηγηθούμε. Και διευκρινίζω ότι πιστεύω ακράδαντα πως δεν υπάρχει βιβλίο α-πολιτικό. Ακόμα και η άποψη ότι η τέχνη δεν πρέπει να έχει σχέση με την πολιτική είναι αφ’ εαυτής πολιτική θέση… Νομίζω ότι αν ζούσα σε πιο ειρηνικές εποχές, θα συνέχιζα να γράφω κείμενα γεμάτα φιοριτούρες και θα είχα άγνοια της πολιτικής συνείδησης που λόγω συνθηκών υποχρεώθηκα να αποκτήσω». Με άλλα λόγια ο συγγραφέας επεδίωξε ή αναγκάστηκε να γίνει η συνείδηση της εποχής του, και έμελλε να αποδειχτεί πως καταγράφοντας τις απόψεις του και τις ιδέες του, όσο ακραίες και υπερβολικές κι αν ήταν στην εποχή του, θα γινόταν και η συνείδηση ενός ακόμα αδιαφανούς και μακρινού μέλλοντος -του δικού μας παρόντος. Ανιχνεύοντας τα ίχνη και τα προειδοποιητικά σημάδια -τότε ακόμα ανεπαίσθητα και δυσανάγνωστα, θα προέβλεπε την εξέλιξη της ανθρωπότητας – και δυστυχώς δεν έπεσε έξω.

 Δημοσιεύθηκε στην Athensvoice 3/1/2016